H μπασκετική ανατομία μιας θρυλικής βραδιάς

Posted on Apr 7 2021 - 7:30pm by Nikos Tsolakis

Ο τελικός του NCAA είναι πια παρελθόν. Τα ερωτήματα γύρω από το αν και κατά πόσο το Gonzaga είναι η καλύτερη ομάδα όλων των εποχών απαντήθηκαν με ιδιαίτερα αρνητικό τόνο. Η επικράτηση του Baylor όχι απλά έδειξε τις αδυναμίες του Gonzaga, αλλά όπως δήλωσε ο Vital μετά το τέλος του αγώνα: “Gonzaga is good, nut we are a different kind of beast”.  Και η πραγματικότητα είναι ότι αυτός ο τελικός αν είχε κάτι να μας αφήσει είναι αυτό: καμία ομάδα δε μπορεί να θεωρηθεί goat όταν ένας αντίπαλος αποδεικνύει στην πράξη ότι είναι πολύ καλύτερος. Πώς όμως τεκμηριώνεται αυτό; Πάμε να δούμε τα βασικά στοιχεία που έδωσαν τη νίκη στους Bears.

Νίκη στα fundamentals ενός μπασκετικού τελικού

Συχνά σε ένα τελικό μιας μπασκετικής διοργάνωσης παίζουν κυρίαρχο ρόλο οι αρχές της ομάδας. Από τον τρόπο που κοουτσάρεται, μέχρι την ικανότητά της να προσαρμόζεται στα πλάνα του αντιπάλου ή στους αιφνιδιασμούς του. Η μπασκετική ψυχολογία αποτελεί επίσης, ένα καθοριστικό στοιχείο για ένα τελικό. Η ψυχολογία του Baylor ήταν φανερό ότι έλεγε «είμαστε εδώ μόνο για το τρόπαιο» από το πρώτο δευτερόλεπτο. Αν το 11-1 ή το 17-4 δεν ήταν αρκετά πειστικά στοιχεία, η γλώσσα του σώματος των δύο ομάδων αρκούσε για να καταλάβει κανείς ότι πολύ δύσκολα θα γυρίσει αυτός ο αγώνας. Οι «Αρκούδες» κατατρόπωσαν την ομάδα του Mark Few και όλα αυτά έγιναν με βάση τις απλές μπασκετικές αρχές: outrun, outperform, outrebound, outhustle και πρώτα και κύρια outcoach.

O Scott Drew έκανε τον προπονητή της χρονιάς και την ομάδα του να μοιάζουν της σειράς. Δεν είναι καν υπερβολικό να πούμε ότι το Gonzaga φοβήθηκε από το πρώτο κιόλας λεπτό του αγώνα. Με μια εντυπωσιακή άμυνα από τον μετρ του είδους Scott Drew που στόχευε στο να καταστρέψει το συλλογικό παιχνίδι των Bulldogs, oι παίκτες του Baylor απέτρεψαν το παιχνίδι στη περιφέρεια, έπαιξαν επιθετικά πάνω στη μπάλα, έδωσαν το κάτι παραπάνω μακριά από αυτή και απέδειξαν ότι είχαν μελετήσει τον αντίπαλο τους υπερβολικά. Οι αδυναμίες του Gonzaga στην επίθεση φέτος ήταν περιορισμένες και αν μπορούσαμε να βρούμε μια, θα ήταν η εξής: με εξαίρεση τον Suggs κανένας άλλος παίκτης δεν είναι elite iso παίκτης και όλοι φαίνονται αρκετά καλύτεροι από ότι είναι με βάση το εξαιρετικό στήσιμο της ομάδας στην επίθεση. Ο Drew επιδίωξε τα iso plays να γίνουν η μοναδική επιλογή του αντιπάλου του, έπαιξε physical τον Timme, βγάζοντας τον εκτός αγώνα και στην ουσία δήλωσε ότι αυτό το ματς θα κάνει τον Few είτε να προσαρμοστεί είτε να χάσει. Ταυτόχρονα, το αμυντικό transition ήταν φανταστικό, μια ομάδα που ήταν φανερό ότι ήξερε τι θέλει να κάνει και έχει το υλικό (μπασκετικά και αθλητικά) να το κάνει.

Εκτός αγώνα ο Timme

Παρότι είναι άγνωστο αν θα τα καταφέρει στο ΝΒΑ και η αλήθεια είναι ότι το συγκεκριμένο ματς ενέτεινε τις αμφιβολίες όσων πιστεύουν ότι οι αδυναμίες του Timme είναι πολύ μεγάλες για το μεγαλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, θεωρείται δεδομένο ότι ήταν ο καλύτερος παίκτης της φετινής ομάδας. Εξαιρετικός στο ποστ, αποτελεσματικός, ικανότατος passer και leader. Όλα αυτά τα στοιχεία αποτέλεσαν τη βάση του επιθετικού powerhouse που έστησε ο Few και αυτή η βάση καταστράφηκε από την εντυπωσιακή άμυνα του Baylor. Ο Drew δοκίμασε τόσο physical, όσο και τακτικές επιλογές για να κάνει δύσκολη τη ζωή του σταρ των bulldogs και όπως αναμενόταν αυτό δυσκόλεψε τον εξαιρετικά μη αθλητικό και physical Timme που πήρε όλες και όλες 7 προσπάθειες στο ματς, ευστόχησε στις 5 από αυτές, όσα ακριβώς ήταν και τα λάθη του και γενικά ήταν σα να μην έπαιζε.

Η μάχη των rebound, οι bench units και άλλα

Αλήθεια, θα μπορούσε να νικήσει οποιαδήποτε ομάδα που είχε 22 rebounds έναντι 38 του αντιπάλου της; Αν είχε μόλις πέντε πόντους από δεύτερες ευκαιρίες έναντι 16 του αντιπάλου της και ο πάγκος της σκόραρε όλους και όλους επτά πόντους έναντι 21 του αντιπάλου της; Οι ερωτήσεις σαφώς είναι ρητορικές. Το Baylor έκανε box out, είχε πλάνο να επιτεθεί στα rebound και για να τα λέμε πιο απλά ήταν σα να ήθελε πιο πολύ την κάθε κατοχή. Στη μπασκετική διάλεκτο, όσοι μεγάλωσαν στις ακαδημίες ως guards, σίγουρα έχουν ακούσει την οδηγία, συχνά σε όχι ήρεμους τόνους «προστάτεψε τη μπάλα», «δώσε την εύκολη πάσα» ή «τρέξε όλο το play» συνοδευόμενη από κάποιες άλλες συμπληρωματικές, όχι και τόσο μπασκετικές, φράσεις. Αυτό το «value the ball more» που έλεγε ο Steve Nash έχει να κάνει με το πόσο κάθε ομάδα παλεύει για κάθε κατοχή, για κάθε ριμπάουντ, για κάθε διεκδικούμενη μπάλα και κυρίαρχα για κάθε φάση που δημιουργεί η ίδια και δεν την δίνει στον αντίπαλο: το Baylor είχε 18 ασίστ για 8 λάθη, ενώ οι Zags είχαν 16 ασίστ για 14 λάθη, ενώ οι πόντοι από λάθη του αντιπάλου ήταν 19 έναντι 9. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει το “value the ball” στο συγκεκριμένο ματς θα κάνουμε μια δική μας στατιστική παρέμβαση ορίζοντας ως value the ball points το άθροισμα των  πόντων από λάθος αντιπάλου, των second chance points και των fast break points: 54 για το Baylor, 29 για το Gonzaga. «Value the ball» λοιπόν κάτι που σίγουρα έκανε ο M.O.P. του Final 4 , Jared Butler με 7 ασίστ και 0 λάθη στον τελικό. Χρειάζεται να πούμε κάτι παραπάνω;

Ο νικητής αυτού του ματς ήταν η καλύτερη ομάδα του κολεγιακού. Μπορεί το Gonzaga να άφησε μια υπέροχη χρονιά για να θυμόμαστε, όμως το Baylor άφησε μια μπασκετική παρακαταθήκη για το πώς κάνεις κατανοητό σε όλους ότι κάθε φορά που βλέπουμε κάτι να λάμπει, δε σημαίνει ότι είναι και χρυσός. Η ομάδα του Scott Drew νίκησε μια ομάδα που θεωρήθηκε από πολλούς ως μια από τις καλύτερες κολεγιακές ομάδες ever. Μήπως αυτό την βάζει στη συζήτηση;